π. Ιωάννης Μέγιεντορφ, Ο Ορθόδοξος Γάμος,Αθήνα: Εκδόσεις Ακρίτας, 2004, σελ. 255.
Το βιβλίο του π. Μέγιεντορφ αποτελεί αντίδοτο στο κοσμικό ήθος που χαρακτηρίζει το μυστήριο του γάμου τα τελευταία χρόνια και το οποίο αφορά ακόμη και στην προετοιμασία, λήψη της άδειας από τις εκκλησιαστικές αρχές, τέλεση και μεταγαμιαία βιοτή. Ο π. Μέγιεντορφ επανασυνδέει θεολογικά το μυστήριο του γάμου με τη Θεία Ευχαριστία και υπογραμμίζει ότι: «αυτή είναι η αληθινή σφραγίδα» εγκυρότητας του και αυτή τον διαφοροποιεί από κάθε άλλον που λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της δυτικής χριστιανοσύνης.
Μετά τη σύντομη εισαγωγή, στην οποία ο συγγραφέας δικαιολογεί την επιβεβλημένη αναγκαιότητα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της οικουμένης και του διαλόγου, μιας αποτίμησης και κατάθεσης των θέσεων της ορθόδοξης θεολογίας, περνά στην ανάλυση των παλαιοδιαθηκικών και καινοδιαθηκικών απόψεων για το γάμο. Καταλήγει ότι ο Χριστός καλεί το χριστιανό να αποκτήσει –ήδη από αυτόν τον κόσμο- την εμπειρία της καινής ζωής. Να γίνει πολίτης των ουρανών. Και αυτό μπορεί να το κατορθώσει με τη γαμική συνύπαρξη. Στη νέα εν Χριστώ πραγματικότητα ο γάμος γίνεται «μια μοναδική ένωση δύο υπάρξεων, δύο προσωπικοτήτων που αγαπιούνται και γι’ αυτό το λόγο μπορούν να υπερβούν τη φύση τους και έτσι να ενωθούν μεταξύ τους αλλά και με τον Χριστό» (σελ.36).
Στη συνέχεια ο π. Μέγιεντορφ εξετάζει το γάμο κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και το ρωμαϊκό δίκαιο. Κατά τους πρώτους αιώνες της ζωής της-στην περίοδο των διωγμών αλλά και κατά τη διάρκεια της συνεργασία της με τη ρωμαϊκή κρατική εξουσία- η Εκκλησία αποδεχόταν το Ρωμαϊκό Δίκαιο που ρύθμιζε ζητήματα σχετικά με τη νομιμότητα του γάμου. Στην τρίτη ενότητα ο συγγραφέας εξετάζει το γάμο ως μυστήριο, σχολιάζοντας ουσιαστικά το Εφ. 5,32 «εδώ κρύβεται ένα μεγάλο μυστήριο, που σας διαβεβαιώνω ότι αναφέρεται στη σχέση του Χριστού και της Εκκλησίας». Στην επόμενη ενότητα, επιχειρείται η ιστορική και θεολογική σύνδεση του γάμου με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Από τον Τερτυλιανό, το 2ο μ.Χ. αιώνα, έχουμε μαρτυρία που δηλώνει ότι κάθε ζευγάρι χριστιανών που επιθυμούσε να παντρευτεί, υφίστατο όλες τις τυπικές διατυπώσεις της εγγραφής του γάμου του στο ληξιαρχείο και κατόπιν με την κοινή μετοχή του στη Θεία Ευχαριστία, ενώπιον της σύναξης της κοινότητας, ελάμβαναν την ευλογία του επισκόπου.
Στην πέμπτη ενότητα ο π. Μέγιεντορφ εξετάζει το γάμο ως ανεξάρτητη ιεροτελεστία. Μέχρι τον ένατο αιώνα η Εκκλησία ούτε γνωρίζει ούτε χρησιμοποιεί ξεχωριστή ακολουθία για το γάμο, ο οποίος δε μπορεί να νοηθεί χωρισμένος από την Ευχαριστιακή Λειτουργία. Βέβαια από τον 4ο αιώνα υπάρχουν αναφορές οι οποίες δηλώνουν την ύπαρξη μιας επίσημης ακολουθίας του μυστηρίου, μια τελετή στέψης, όχι όμως ανεξάρτητη από τη Θεία Ευχαριστία. Η οριστική απομάκρυνση από τη Θεία ευχαριστία πραγματοποιείται από την κρατική εξουσία στην αρχή του δεκάτου αιώνα. Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στη σύγχρονή ακολουθία του αρραβώνα και την ακολουθία του γάμου. Αναλύει τη δική του λειτουργική πρόταση που αφορά το ερώτημα κατά πόσο η αυθεντική σύνδεση μεταξύ Ευχαριστίας και γάμου θα μπορούσε να αποκατασταθεί στη σύγχρονη πρακτική της Εκκλησίας. Στις επόμενες ενότητες παρουσιάζονται προβλήματα και φαινόμενα που συνδέονται με το γάμο, όπως οι διαδοχικοί γάμοι, οι προϋποθέσεις για το γάμο, οι μεικτοί γάμοι, το διαζύγιο, η οικογένεια και ο οικογενειακός προγραμματισμός, η έκτρωση, η έγγαμη ιεροσύνη και τέλος ο γάμος, η αγαμία και η μοναστική ζωή. Το βιβλίο κλείνει με συμπεράσματα και με ένα πολύ σημαντικό παράρτημα το οποίο αφορά αγιογραφικές, πατερικές, κανονικές και λειτουργικές αναφορές που συνδέονται με το μυστήριο του γάμου.