Σύναξη, Ρωσσία: Χίλια χρόνια πνευματικής ιστορίας, τχ. 28 (1988), σσ. 126
Το 28ο τεύχος είναι ένα αφιέρωμα στη Ρωσική Ορθοδοξία και στον εορτασμό χιλίων χρόνων από τη βάπτιση του ρωσικού λαού. Μέσα από κείμενα Ρώσων και Ελλήνων συγγραφέων που αναλύουν τα θεμελιακά στοιχεία της ρωσικής πίστης, επιχειρείται ένα ταξίδι στο παρελθόν της Ρωσικής Ορθοδοξίας και η ενοποίησή του με το παρόν και το μέλλον.
Το Μικρό Χρονικό του αρχιμ. Τιμόθεου Σακκά διηγείται εν συντομία τη σχέση των Ρώσων με τους Βυζαντινούς, που αρχίζει από τα τέλη του Ι΄ αι. Από τα μέσα του Θ΄ αι. ο χριστιανισμός εισδύει στη Ρωσία, οι εμπορικές συμφωνίες ενισχύουν τους δεσμούς με την Κωνσταντινούπολη, η ίδια η πριγκίπισσα Όλγα βαπτίζεται εκεί. Αργότερα ο Βλαδίμηρος χτίζει μεγαλοπρεπή ναό στον τόπο του μαρτυρίου των πρωτομαρτύρων Θεοδώρου και Ιωάννου. Η ειδωλολατρία παρακμάζει και η Ρωσία ασπάζεται το χριστιανισμό.
Η πνευματικότητα των Ρώσσων είναι κεφάλαιο του βιβλίου του Παύλου Ευδοκίμωφ LeChristdanslapenséerusse, σε μετάφραση της Ζωής Πλιάκου, που πραγματεύεται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ρωσικής πνευματικότητας. Η μυστηριακή ζωή, η κατήχηση, η εικόνα, η σταυρική θυσία, η σταθερή προσήλωση στο Απόλυτο χαράζουν βαθιά το εθνικό πνεύμα και οδηγούν σε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Η Ρωσία ονομάζεται «Αγία», οι λέξεις «χριστιανός» και «χωρικός» γίνονται συνώνυμες∙ αποδεικνύεται έτσι η συνείδηση του λαού ότι εκλήθη να παίξει ενεργό ρόλο στην παγκόσμια ιστορία της σωτηρίας. Στη ρωσική πνευματικότητα η δικαιοσύνη ολοκληρώνεται με τη φιλευσπλαχνία, ενώ η εξουσία και η ιδιοκτησία σχετίζονται πάντα με την αμαρτία. Άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της είναι η αγάπη για προσκυνήματα στους αγίους τόπους, καθώς και η μοναστική πνευματικότητα που αντιστέκεται στο ιεροποιημένο κράτος του 14ου αι. Τον 18ο αι. με τον Μ. Πέτρο, δημιουργείται η Ρωσική αυτοκρατορία, ενώ δύο εξέχουσες φυσιογνωμίες, ο άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ και ο Παΐσιος Βελιτσκόβσκυ εμβαθύνουν στην ησυχαστική παράδοση, η οποία υπολανθάνει τον 19ο αι. απέναντι στις επίσημες διδασκαλίες των θεολογικών σχολών που είναι επηρεασμένες από τις ευρωπαϊκές ιδέες. Στην ακαδημαϊκή θεολογία διακρίνονται δύο ρεύματα: η Ιστορική Σχολή και η Ηθικιστική Σχολή. Μεταγενέστεροι θεολόγοι επιχειρούν μια σύνθεση των δύο σχολών.
Το επόμενο κείμενο, Τέσσερις σοβιετικοί πολίτες του Δημήτρη Μαυρόπουλου, αποτελεί περιγραφή της επίσκεψης του συγγραφέα στη Μονή Πετσέρσκι, η οποία ιδρύθηκε στα τέλη του 15ου αι. από το μοναχό Μάρκο και είναι αφιερωμένη στην Παναγία, και της γνωριμίας του με 4 χριστιανούς που ζουν στη Σοβιετική Ένωση.
Ακολουθεί το κείμενο Μάξιμος ο Γραικός του Αντωνίου-Αιμιλίου Ταχιάου, κύριο μέρος ομιλίας που εκφωνήθηκε στο συμπόσιο «Μάξιμος ο Γραικός» (Άρτα, 28 και 30/10/1988). Εδώ γίνεται λόγος για την άφιξη του Μαξίμου στη Ρωσία το 1518, 70 χρόνια μετά τη διακοπή των σχέσεων Ρωσίας- Οικουμενικού Πατριαρχείου και την αντικανονική εκλογή μητροπολίτη στη Μόσχα. Ο Μάξιμος γεννήθηκε στην Άρτα, σπούδασε στη Φλωρεντία, έγινε δομινικανός μοναχός και αργότερα βρέθηκε στο Άγιον Όρος, απ’ όπου εστάλη στη Ρωσία να επιτελέσει μεταφραστικό έργο. Εγκλιματίστηκε στις ιδιαιτερότητες της ρωσικής εκκλησιαστικής ζωής και τάχθηκε με τους μοναχούς που ήταν αντίθετοι στην έγγεια ιδιοκτησία των μοναστηριών και στην καταδίκη των αιρετικών σε θάνατο στην πυρά. Για το λόγο αυτό, και με χαλκευμένες κατηγορίες, καταδικάστηκε σε εγκλεισμό και αφορισμό για 23 ολόκληρα χρόνια. Η συγγραφική και πνευματική του δράση εκτυλίσσεται στη ρωσική πραγματικότητα, γι’ αυτό και συγκαταλέγεται στους Ρώσους συγγραφείς.
Το κείμενο Ρωσσική ιεραποστολή του Ηλία Βουλγαράκη είναι μια σύντομη αναφορά στην ίδρυση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας και στην ιεραποστολική δραστηριότητα που ανέπτυξε με αφορμή την επιδρομή των Μογγόλων και την επακόλουθη αναζήτηση από τους Ρώσους ησυχίας προς το Βορρά, αλλά και την εξάπλωση της ιεραποστολής στη Σιβηρία μετά την οριστική ήττα τους. Το 1648 οι Ρώσοι φτάνουν στον Ειρηνικό ωκεανό. Τον 18ο αι. η ιεραποστολή φτάνει μέχρι την Αλάσκα, ενώ τον 19ο αι. αναπτύσσεται και προχωρά προς την Κίνα και την Ιαπωνία. Τον 20ο αι. η ιεραποστολική δραστηριότητα στρέφεται προς την Κορέα. Τέλος, παρουσιάζονται συνοπτικά οι εσωτερικές και εξωτερικές δυσκολίες της ιεραποστολής και γίνεται αναφορά σε εξέχουσες ιεραποστολικές φυσιογνωμίες της Ρωσίας.
Το επόμενο κείμενο Ο ρώσσος προσκυνητής και η προσευχή του Ιησού του π. Μιχαήλ Ευδοκίμωφ, σε μετάφραση του Γιώργου Φίλια, που γράφτηκε με αφορμή το βιβλίο Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού, αναφέρεται στο φαινόμενο των περιπλανώμενων προσκυνητών που ζουν περιθωριοποιημένοι. Η οδοιπορία γίνεται είσοδος σε πνευματική κοινωνία με το Θεό, ο προσκυνητής έχοντας οδηγό του τον στάρετς επαναλαμβάνει αδιάκοπα την προσευχή του Ιησού μέχρι που αυτή γίνεται πια αυθόρμητη. Το πνεύμα του γίνεται απλό, η ύπαρξή του ενοποιείται και ξαναβρίσκει τη σχέση του με τη φύση και τους ανθρώπους στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.
Ακολουθεί το κείμενο του π. Σταμάτη Σκλήρη Αντρέι Ρουμπλιώφ. Ο άγιος της ρωσσικής εικονογραφίας. Εδώ παρουσιάζονται οι φάσεις εξελίξεως της ρωσικής εικονογραφίας, αντίστοιχα προς τη βυζαντινή και γίνεται λόγος για τον Αντρέι Ρουμπλιώφ (1350 ή 1360- 1430), που διέθετε το μεγαλύτερο ζωγραφικό ταλέντο από όλους τους ρώσους αγιογράφους και θεωρείται ο πληρέστερος εκφραστής της γνήσιας βυζαντινής παράδοσης, παρ’ όλη την έντονη επιρροή στο έργο του από το δάσκαλό του Θεοφάνη. Στο έργο του διακρίνεται η ιδιαίτερη έμφαση στην τριαδολογία και πνευματολογία, καθώς και στην εσχατολογία.
Το 8ο κείμενο, Ο εν Ρωσσία Θεοφάνης ο Έλληνας του Κώστα Σαρδελή, περιγράφει την προσωπικότητα του αγιογράφου του 14ου αι. Θεοφάνη, μέσα από μια επιστολή του μοναχού Επιφανίου προς τον Κύριλλο, ηγούμενο της μονής του αγίου Αθανασίου Λυτρωτή της Τβερ. Η επιστολή αυτή παρέχει τις μοναδικές πληροφορίες για την προρωσική περίοδο της ζωής του αγιογράφου, φωτίζει το χαρακτήρα του και την παράδοση στην οποία στηρίχτηκε για να δημιουργήσει.
Το 9ο κείμενο, Για τον Έφηβο του Ντοστογιέφσκυ, είναι σειρά αποσπασμάτων από το βιβλίο Dostoïevski του C. Motchoulski, σε μετάφραση του Λευτέρη Μάινα, όπου γίνεται λόγος για τη ρωσική παγκόσμια ιδέα, τη θλίψη για την ανθρωπιστική ουτοπία, την αγωνία για την καινούρια και τελευταία Ανάσταση.
Στο κείμενο του Σταύρου Φωτίου που ακολουθεί, Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ και η αποστολή της Ρωσσικής Εκκλησίας, ο συγγραφέας εντοπίζει την ίδια ιδέα της ενοποίησης διά της βίας του ανθρώπινου γένους τόσο στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και στον παπισμό, όσο και στον μαρξισμό, στον πολιτισμό του μηδενός, της μαζοποίησης και μοναξιάς. Για τον Ντοστογιέφσκυ διέξοδος από αυτήν την κατάσταση είναι η Ορθοδοξία, η εκκλησιαστική μεταμόρφωση του κόσμου. Αποστολή της Ρωσικής Εκκλησίας είναι η πνευματική ένωση των λαών, η ενότητα στην οποία αλληλοπεριχωρείται εθνικό και παγκόσμιο, που θα φέρει ως επακόλουθο και την πολιτική ένωση.
Το 11ο κείμενο, π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, αποτελεί σειρά αποσπασμάτων από το βιβλίο Γεώργιος Φλωρόφσκυ – εισαγωγή στη σκέψη του του GeorgeHustonWilliams, σε μετάφραση του Θανάση Παπαθανασίου. Το 1920 εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου, ο Φλωρόφσκυ φεύγει από την Οδησσό για τη Σόφια της Βουλγαρίας, όπου γίνεται μέλος της ομάδας των Ευρασιατών, η οποία προβάλλει τα θετικά στοιχεία της Ταταρικής κληρονομιάς του ρωσικού λαού. Ο ίδιος εμμένει μάλλον στη βυζαντινή- ορθόδοξη κληρονομιά και συμμετέχει στην περιοδική έκδοση της ομάδας με το έργο «Ρήξεις και Σύνδεσμοι», υπογραμμίζοντας το θεολογικό σύνδεσμο με την παλαιά Ρωσία. Συγκεντρώνει την κριτική του κατά της Ρωσικής σχολής στο έργο του «Σταθμοί της Ρωσσικής Θεολογίας», επισημαίνει την έλλειψη γηγενούς ρωσικής ερευνητικότητας στο χώρο του πνεύματος, επιθυμεί μια ουσιαστική ρήξη με τον Ιδεαλισμό, αναγνωρίζει ότι οι δυτικοευρωπαϊκές σπουδές κατέστησαν προσιτά τα πατερικά κείμενα, συμμετέχει ενεργά στην οικουμενική κίνηση.
Το 12ο κείμενο του Κωνσταντίνου Ξυνόπουλου, Λεωνίδας Ουσπένσκυ, είναι αφιερωμένο, όπως φαίνεται από τον τίτλο του, στον συγγραφέα-θεωρητικό της τέχνης των εικόνων, ζωγράφο, γλύπτη και συντηρητή έργων τέχνης, που γεννήθηκε το 1902 στη Ρωσία. Σπούδασε και έζησε όλη του τη ζωή στη Γαλλία. Συνδέθηκε με τον θεολόγο Βλαδίμηρο Λόσσκυ, ο οποίος τον βοήθησε να εμβαθύνει στην τέχνη της εικόνας. Στο κείμενο παρατίθεται το συγγραφικό έργο του Ουσπένσκυ και συνοπτική παρουσίαση των βιβλίων του. Τέλος, γίνεται λόγος για το διδακτικό του έργο στο Παρίσι και τη σχέση του με τον γράφοντα.
Η ενότητα του περιοδικού Ορθόδοξος Κόσμος περιλαμβάνει τρία ακόμη κείμενα. Το 1ο του Νικολάι Αρσένιεφ Λαϊκή ευσέβεια, σε μετάφραση του Ελευθέριου Μάινα, περιγράφει χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ευσέβειας του ρωσικού λαού: η αγάπη για τους αγίους που στο παρελθόν ήταν αμαρτωλοί, αλλά μετανόησαν αυθόρμητα, η επίδραση των φωτισμένων πνευματικών στη ζωή του, η λατρεία των θαυματουργικών εικόνων, η κατάνυξη από την ομορφιά και μεγαλοπρέπεια στο χώρο της λατρείας.
Το 2ο κείμενο, Η Ρωσία του χθες και του σήμερα, είναι μια συνέντευξη του Κώστα Μεϊχανετσίδη, στην οποία αναφέρεται μέσα από την προσωπική του εμπειρία, στη σχέση του ρωσικού λαού με την Εκκλησία, στη στάση της Εκκλησίας απέναντι στο σταλινισμό και το ρόλο των ιερέων, στο ρόλο της διανόησης και των μοναστηριών, στην αλλαγή της πολιτικής κατάστασης, στις σχέσεις της Ρωσικής Εκκλησίας με την Εκκλησία της Ελλάδας και το Οικουμενικό Πατριαρχείο και στις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που ετοιμάζεται να αναλάβει η Ρωσία.
Η ενότητα ολοκληρώνεται με τις Επιστολές του Φώτη Κόντογλου στον Λεωνίδα Ουσπένσκυ. Πρόκειται για 5 από τις αναρίθμητες επιστολές του Κόντογλου προς τον Ουσπένσκυστις οποίες αντάλλασαν απόψεις σε ζητήματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και της τέχνης, χωρίς ποτέ να έχουν συναντηθεί, κατά το διάστημα από το τέλος της δεκαετίας του ’40 μέχρι το Μάιο του1965.
Ακολουθεί το σύντομο κείμενο Μια έκθεση εικόνων του Νίκου Ζία, που κάνει λόγο για τις εκδηλώσεις για τον εορτασμό των χιλίων χρόνων του εκχριστιανισμού των Ρώσων, ιδιαίτερα για τις 2 εκθέσεις στο Βυζαντινό Μουσείο με τη συνεργασία του Μουσείου Παλαιοσλαβικής τέχνης Αντρέι Ρουμπλιώφ και της Ακαδημίας του Κιέβου.
Το τεύχος ολοκληρώνεται με τις μόνιμες στήλες του περιοδικού Διάλογος με τους αναγνώστες και Το βιβλίο.