Εμμανουήλ Δουνδουλάκη, Η Καύση των νεκρών στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Μελέτες Ορθοδόξου Θεολογίας, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 2003, σσ. 121.
Το πρόβλημα της καύσης των νεκρών στην ορθόδοξη Εκκλησία επανέρχεται με καταπληκτική συχνότητα, τα τελευταία χρόνια, στο βαθμό που η ασφυκτικά και υδροκέφαλα δομημένες μεγαλουπόλεις μας αναζητούν χώρους ταφής. Επανέρχεται ως αίτημα αυτοκυριαρχίας και αυτοδιαχείρισης του ανθρώπου στις νεωτερικές κοινωνίες, υπό την έννοια μιας αντικομφορμιστικής στάσης και μιας ψυχολογικής αντίδρασης, η οποία αξιώνει την συγκατάνευση και αποδοχή της ορθόδοξης Εκκλησίας. Κατά συνέπεια οι απόψεις της Εκκλησίας καθώς και η όποια εκθεολόγηση του φαινομένου παρουσιάζουν εκπληκτική επικαιρότητα.
Το παρόν βιβλίο, δομημένο σε έξι επιμέρους μελέτες, εξετάζει αρχικά τη θέση της ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στην καύση των νεκρών, μελετά την καύση των σωμάτων των μαρτύρων και των νεομαρτύρων στα αγιολογικά κείμενα, καθώς και αποφάσεις της νεώτερης ελλαδικής Ιεραρχίας. Ερευνά την έννοια της σωματικής αυτοδιαχείρισης στην ορθόδοξη παράδοση, τον συσχετισμό κλωνοποίησης – ευθανασίας – καύσης νεκρών στα όρια κάποιων ακραίων ζητημάτων που θέτει η νεωτερική κοινωνία και παρουσιάζει, τέλος, την ελληνική θεολογική βιβλιογραφία, για το θέμα αυτό, κατά τον εικοστό αιώνα.
Μικρή αλλά περιεκτική μελέτη, χωρίς να αναπτύσσει τα θέματά της εξαντλητικά, παρέχει αναγκαίες πληροφορίες και περιεκτικές νύξεις για περαιτέρω μελέτη και έρευνα.
Σ’ ό,τι αφορά στην θέση της ορθόδοξης θεολογίας στο ζήτημα, τονίζεται η επιφυλακτικότητά της διαχρονικά ως προς το φαινόμενο αυτό, τόσο περισσότερο όσο αυτό συνδεόταν με συνήθεις ειδωλολατρικές πρακτικές στο παρελθόν και εκκοσμικευμένες αντιπαραδοσιακές τάσεις του παρόντος. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως το συζητούμενο θέμα συνιστά δόγμα πίστεως, ούτε ότι υπάρχει θεωρητική – θεολογική αιτία αποφυγής του. Η ορθόδοξη πίστη και εμπειρία δεν συνδέει την προσδοκία της Ανάστασης με ταφικές πρακτικές ή συνθήκες θανάτου.
Μένει, τέλος, να θεωρηθεί το αίτημα της καύσης των νεκρών, προκειμένου για τον χριστιανικό κόσμο, περισσότερο ως οπισθοδρόμηση αναφορικά προς την παράδοση του πολιτισμού της χριστιανοσύνης. Ενός πολιτισμού που καταξιώνει πλήρως την ύλη και καταφάσκει απεριόριστα την αξία του ανθρώπινου σώματος και τον ταφικό συμβολισμό διάρκειας της ζωής.
Εμμανουήλ Δουνδουλάκη, Η Καύση των νεκρών στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Μελέτες Ορθοδόξου Θεολογίας, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 2003, σσ. 121.
Το πρόβλημα της καύσης των νεκρών στην ορθόδοξη Εκκλησία επανέρχεται με καταπληκτική συχνότητα, τα τελευταία χρόνια, στο βαθμό που η ασφυκτικά και υδροκέφαλα δομημένες μεγαλουπόλεις μας αναζητούν χώρους ταφής. Επανέρχεται ως αίτημα αυτοκυριαρχίας και αυτοδιαχείρισης του ανθρώπου στις νεωτερικές κοινωνίες, υπό την έννοια μιας αντικομφορμιστικής στάσης και μιας ψυχολογικής αντίδρασης, η οποία αξιώνει την συγκατάνευση και αποδοχή της ορθόδοξης Εκκλησίας. Κατά συνέπεια οι απόψεις της Εκκλησίας καθώς και η όποια εκθεολόγηση του φαινομένου παρουσιάζουν εκπληκτική επικαιρότητα.
Το παρόν βιβλίο, δομημένο σε έξι επιμέρους μελέτες, εξετάζει αρχικά τη θέση της ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στην καύση των νεκρών, μελετά την καύση των σωμάτων των μαρτύρων και των νεομαρτύρων στα αγιολογικά κείμενα, καθώς και αποφάσεις της νεώτερης ελλαδικής Ιεραρχίας. Ερευνά την έννοια της σωματικής αυτοδιαχείρισης στην ορθόδοξη παράδοση, τον συσχετισμό κλωνοποίησης – ευθανασίας – καύσης νεκρών στα όρια κάποιων ακραίων ζητημάτων που θέτει η νεωτερική κοινωνία και παρουσιάζει, τέλος, την ελληνική θεολογική βιβλιογραφία, για το θέμα αυτό, κατά τον εικοστό αιώνα.
Μικρή αλλά περιεκτική μελέτη, χωρίς να αναπτύσσει τα θέματά της εξαντλητικά, παρέχει αναγκαίες πληροφορίες και περιεκτικές νύξεις για περαιτέρω μελέτη και έρευνα.
Σ’ ό,τι αφορά στην θέση της ορθόδοξης θεολογίας στο ζήτημα, τονίζεται η επιφυλακτικότητά της διαχρονικά ως προς το φαινόμενο αυτό, τόσο περισσότερο όσο αυτό συνδεόταν με συνήθεις ειδωλολατρικές πρακτικές στο παρελθόν και εκκοσμικευμένες αντιπαραδοσιακές τάσεις του παρόντος. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως το συζητούμενο θέμα συνιστά δόγμα πίστεως, ούτε ότι υπάρχει θεωρητική – θεολογική αιτία αποφυγής του. Η ορθόδοξη πίστη και εμπειρία δεν συνδέει την προσδοκία της Ανάστασης με ταφικές πρακτικές ή συνθήκες θανάτου.
Μένει, τέλος, να θεωρηθεί το αίτημα της καύσης των νεκρών, προκειμένου για τον χριστιανικό κόσμο, περισσότερο ως οπισθοδρόμηση αναφορικά προς την παράδοση του πολιτισμού της χριστιανοσύνης. Ενός πολιτισμού που καταξιώνει πλήρως την ύλη και καταφάσκει απεριόριστα την αξία του ανθρώπινου σώματος και τον ταφικό συμβολισμό διάρκειας της ζωής.