Χρυσοστόμου Α. Σταμούλη, Θεοτόκος και Ορθόδοξο δόγμα, Σπουδή στη διδασκαλία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη, 2003, σσ. 343.
Στα πλαίσια της χριστολογικής διδασκαλίας του Κυρίλλου Αλεξανδρείας η οποία έκρινε όχι μόνον την Τρίτη και Τέταρτη Οικουμενικές Σύνοδους, άλλα και την μετέπειτα διδασκαλία της Εκκλησίας στα ζητήματα αυτά, παρουσιάζεται σε έναν καλαίσθητο και εύχρηστο τόμο, η διδασκαλία του για τη Θεοτόκο.
Η παρουσίαση αυτή από τον αναπληρωτή καθηγητή Χρυσόστομο Σταμούλη, υπό τον τίτλο: Θεοτόκος και Ορθόδοξο δόγμα, συνιστά προέκταση και ανάπτυξη της διδακτορικής του διατριβής με ταυτόσημο περιεχόμενο.
Σκοπός του βιβλίου, όπως ο τίτλος το καταδεικνύει, η παρουσίαση και βαθύτατη κατανόηση, στα πλαίσια της Ορθόδοξης διδασκαλίας, του δόγματος για τη Θεοτόκο. Ο συγγραφέας ξεκινά από τη θεμελιακή παρατήρηση πως η Παναγία Θεοτόκος δεν είναι Θεά, είναι «αδελφή του ανθρωπίνου γένους και μετέχει στην ανθρώπινη φύση». Το προνόμιο της «παναγιότητας» είναι κάτι που ελεύθερα το κατέκτησε συνεργώντας τα μέγιστα στην πραγμάτωση της σωτηριώδους Οικονομίας με εξοπλισμό τη Θεία Χάρη και την αγία και ευσεβή ζωή της. Αξιοσημείωτη παρατήρηση συνιστά η αξεδιάλυτη σύνδεσή της με το πρόσωπό του Λόγου. Η όποια κατανόηση της Θεοτόκου είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με τον Χριστό και το χριστολογικό γεγονός και η όποια εκθεολόγηση και εννιολόγηση του προσώπου της δεν μπορεί να συνιστά, κατά το πρότυπο της δυτικής (Ρωμαιοκαθολικής κυρίως) παράδοσης ξεχωριστό κεφάλαιο διαπραγματεύσεως.
Ο συγγραφέας αφιερώνει μεγάλο μέρος του βιβλίου του στην ανάλυση των όρων «Θεοτόκος» και «Χριστοτόκος» στα πλαίσια των δογματικών προβλημάτων που επέφερε η νεστοριανική διδασκαλία και η κυρίλλεια αντιμετώπισή της. Η ένωση του Λόγου με τον απ’ αυτόν προσληφθέντα άνθρωπο στην Παρθένο Μαρία «καθ’υπόστασιν» δηλαδή πραγματικά, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της κατανόησης τόσο της σωτηριώδους Θείας Οικονομίας, όσο και της ανθρώπινης συνεισφοράς στο Πρόσωπο της Παναγίας. Κατά συνέπεια, κάθε αιρετική παραχάραξη που αφορά το πρόσωπο της Παρθένου, έχει άμεσο αντίκρυσμα στο πρόσωπο του σαρκωθέντος Λόγου και της σωτηριώδους σημασίας του.
Έτσι, και αυτό είναι κάτι που κατ’ εξοχήν επιμελείται ο συγγραφέας, η κατανόηση και θεολογική διατύπωση κάθε λόγου για τη Θεοτόκο, περνά μέσα από την εμπειρία και κατανόηση του περιεχομένου της σωτηρίας μας στους κόλπους της Εκκλησίας. Κάθε συνοδική διατύπωση αλλά και κάθε πατερική διδασκαλία, σύμφωνα και προς τις παρατηρήσεις του αγίου Κυρίλλου, αντλεί από το βίωμα αυτό και το αξιοποιεί θεολογικά προς οικοδομή του σώματος του Χριστού και αντιμετώπιση των αιρετικών παραφθορών του.
Η γλαφυρότητα και το ευανάγνωστο της παρουσίασης, συνδυασμένα αριστοτεχνικά με τη βαθύτητα και επιστημονικότητα της ανάλυσης, καταδεικνύουν τις ποικίλες αρετές του συγγραφέα και του βιβλίου του.