Νικολάου Μπερδιάγιεφ, μτφρ.-εισαγωγή-σχόλια Πρόδρομου Π. Αντωνιάδη, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1971, 279 σσ..
Του παρόντος βιβλίου προτάσσεται πρόλογος, κάποια βιογραφικά για τον Μπερδιάγιεφ και εισαγωγικά σχόλια του μεταφραστή, καθώς και πρόλογος του ίδιου του συγγραφέως. Στο πρώτο κεφάλαιο ο Μπερδιάγιεφ διαπιστώνει την ταυτόχρονη κρίση του μη χριστιανικού και του χριστιανικού κόσμου και την ανάγκη μιας κριτικής της χριστιανικής αποκαλύψεως κατ’ αντιστοιχίαν της κριτικής του καθαρού λόγου του Καντ. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναπτύσσεται η διαλεκτική θείου και ανθρώπινου, όπως διαμορφώθηκε στην γερμανική σκέψη (Λούθηρος, Μυστικοί, Ιδεαλισμός κ.α.), καθώς επίσης και η σημασία της ιδιόμορφης περίπτωσης του Νίτσε. Εισηγείται ακόμη μια δυναμική κατανόηση περί Θεού στη διαλεκτική διδασκαλία περί Αγίας Τριάδος.
Στην φυσική και αναγκαία κίνηση και εξέλιξη του κόσμου αντιπαραθέτει την πνευματική αναδημιουργία ως συνέργεια Θεού και ανθρώπου στην προοπτική μιας νέας εποχής του Πνεύματος και της Αποκαλύψεως. Στις επόμενες δύο ενότητες προσεγγίζει υπαρξιακά και θεολογικά τον φόβο-αγωνία και τον πόνο-οδύνη και διατυπώνει το μότο «πάσχω άρα υπάρχω». Εκτενείς είναι οι αναλύσεις του έκτου κεφαλαίου για το κακό, το οποίο υπερβαίνεται στην προοπτική του Θεανθρώπου Χριστού, στην ανάσταση της ζωής και τη μεταμόρφωση του κόσμου. Εδώ διατυπώνει επίσης την άποψή του για μια αδημιούργητη ελευθερία και αρνείται την ιδέα της κολάσεως. Στο έβδομο κεφάλαιο εκθέτει το πρόβλημα του πολέμου ως μεταφυσικό και στο όγδοο εντοπίζει το ανθρώπινο στην ομοίωση με τον Θεό, στην θεανθρωπότητα όπου ενώνεται η ελευθερία και η χάρις και φανερώνεται το ανθρώπινο πρόσωπο.
Η πνευματικότητα και δη η χριστιανική τέτοια αναδεικνύεται ως αγώνας του ανθρώπινου προσώπου, ως ελευθερία και νόημα, ως αποδοχή του Πνεύματος. Το δέκατο κεφάλαιο αφιερώνεται στην ωραιότητα όχι μόνο ως αισθητική αλλά και ως μεταφυσική κατηγορία, ενώ το ενδέκατο με τίτλο «Αθανασία» περιέχει τον εσχατολογικά προβληματισμό του Μπερδιάγιεφ, ο οποίος συνεχίζεται και στο επόμενο κεφάλαιο, «Μεσσιανισμός και Ιστορία», όπου διατυπώνεται η άποψη πως η Βασιλεία του Θεού είναι εξωιστορική πραγματικότητα, σύμβολο της οποίας εντός της ιστορίας αποτελεί η Εκκλησία. Στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο αναπτύσσεται εκτενέστερα η αντίληψή του για τη νέα Αποκάλυψη ως τη θρησκεία του Πνεύματος και στο τελευταίο κεφάλαιο διευκρινίζει πως η εποχή του τέλους, των εσχάτων θα είναι η εποχή μιας νέας δημιουργίας, θείας και ανθρώπινης.