~ Orthodox Theological Digital Library I.M.D. ~

The site is under upgrade.

Ιωάννης Χ. Μούρτζιος, Η παράδοση της Εξόδου στους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Ιστορικο-θεολογική Μελέτη, Θεσσαλονίκη: Πουρνάρας, 2002, σελ. 290.

            Η παράδοση της Εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά τμήματα της βιβλικής ιστορίας και θεολογίας και διατρέχει σχεδόν ολόκληρη την Π.Δ. Η έξοδος αποτελεί ορόσημο στη ζωή του Ισραήλ με λυτρωτική και σωτηριολογική διάσταση αφού συνέβαλε και βοή­θη­σε στη δημιουργία της εθνικής και θρησκευτικής ταυτότητας του ισραη­λι­τικού λαού. Ο Ιω. Μούρτζιος σε αυτήν τη μελέτη του εξετάζει την παράδοση της Εξόδου στην προφητική γραμματεία της Π.Δ.

            Μετά την εισαγωγή ο συγγραφέας χωρίζει το υλικό του σε δύο κεφά­λαια. Στο πρώτο αναλύει και παρουσιάζει την παράδοση της εξόδου, όπως αυτή μας παραδίδεται στο ομώνυμο βιβλίο της Π.Δ. Η παράδοση της εξόδου μέσα από τα θαυμαστά γεγονότα (καιόμενη βάτος, «πληγές» του Φαραώ, διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας, «σημεία» στην έρημο) τη διαρκή επέμβαση του Θεού, τις θεοφάνειες, την αποκάλυψη του ονόματος του Θεού, τη νομοτο­δοσία, τη Διαθήκη Σινά, αποτελεί τη βάση για την κατανόηση θεμελιακών πα­ρα­μέτρων της Θεολογίας ολόκληρης της Π.Δ.

            Στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου ο συγγραφέας μελετά την παράδοση της εξόδου στους προφήτες. Τα γεγονότα της εξόδου με το υψηλό θεολογικό τους περιεχόμενο πέρασαν στη σκέψη των προφητών και αποτέλεσαν τη βά­ση για το κήρυγμα τους σε σχέση με την αμαρτία και το θρησκευτικό συγκρη­τισμό των Ισραηλιτών. Το κεφάλαιο χωρίζεται σε δύο τμήματα. Στο πρώτο εξετάζεται η παράδοση της εξόδου στην προαιχμαλωσιακή προφητεία δηλ. στον Αμώς, τον Ωσηέ, το Μιχαία, τον Πρωτοησαϊα, τον Ιερεμία. Στα συμπερά­σματα του πρώτου τμήματος ο συγγραφέας τονίζει ότι οι πολλές ανα­φορές του Ωσηέ στην πρώιμη ιστορία του Ισραήλ σε σχέση με τους άλ­λους προφή­τες Αμώς, Μιχαία, Πρωτοησαϊα και Ιερεμία, δείχνουν πόσο οδυνη­ρές ήταν οι συνθήκες στο βορρά και πόσο μεγαλύτερη σημασία είχαν οι ιστο­ρικές παρα­δό­σεις στο βόρειο Ισραήλ απ’ ότι στο νότιο. Στο δεύτερο τμήμα, ο Ιω. Μούρ­τζιος εξετάζει την παράδοση της Εξόδου στην αιχμα­λω­σια­κή και υστερο-μεται­χμα­λωσιακή προφητεία δηλ. στον Ιεζεκιήλ, το Δευτεροησαϊα, τον Τριτοησαϊα, το Βαρούχ.

            Στα γενικά συμπεράσματα του ο συγγραφέας τονίζει ότι η παράδοση της εξόδου έχει έντονα θεολογικό χαρακτήρα, ο οποίος επηρέασε πολλαπλά όλα τα κείμενα της Π.Δ. και ειδικότερα τα προφητικά, περνώντας παράλληλα και στα απόκρυφα, όπως δηλώνεται και από το παράρτημα του βιβλίου όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει την επίδραση της παράδοσης της εξόδου στα Ιω­βη­λαία, τον Αιθιοπικό Ενώχ, την Ανάληψη του Μωυσέως και τη Συραϊκή Απο­κάλυψη του Βαρούχ.  Σύμφωνα με το συγγραφέα η εκκλησία είναι από τη φύ­ση της κοινωνία εξόδου. Με τη ζωή, τη διδασκαλία, την πίστη της στην ανά­στα­ση φαίνεται ότι η  φύση της εκκλησίας είναι να βρίσκεται συνεχώς σε μια έξο­δο μέσα στο γίγνεσθαι της ιστορίας.

            Το βιβλίο κλείνει με πίνακα ονομάτων και θεμάτων, πίνακα βιβλικών χωρίων, εκτενή για το θέμα βιβλιογραφία, περίληψη στα αγγλικά και  παράρ­τημα.

π. Ιωάννης Σκιαδαρέσης, Ο Αναμάρτητος και η Μοιχαλίδα (Ιωανν. 7,53-8,11,), Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Πουρνάρα, 2001, σελ. 320.

            Η μελέτη έχει ως θέμα την διήγηση της Μοιχαλίδας στο κατά Ιωάννην Ευαγ­γέ­λιο (7,53-8,11) και τα προβλήματα, γνησιότητας και ερμηνευτικά, που συνδέο­νται με την περικοπή.

            Μετά την εισαγωγή, όπου παρουσιάζονται το διάγραμμα, η προβλη­ματική και ο στόχος της εργασίας, η μελέτη χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος εξετάζει τη διή­γηση της μοιχαλίδας στη χειρόγραφη παράδοση της Καινής Διαθήκης και σε κείμενα αρχαίων και νεώτερων συγγραφέων. Το δεύτερο μέρος ασχολείται με την ερμηνευτική προσέγγιση της περικοπής.

            Στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους εξετάζεται η μορφή με την οποία διασώζεται η περικοπή στη χειρόγραφη παράδοση της Καινής Διαθή­κης και στις μεταφράσεις.  Παρατίθενται τα χειρόγραφα από τα οποία απου­σιάζει η περικοπή, τα χειρόγραφα τα οποία διασώζουν την περικοπή  και οι διάφορες θέσεις της περικοπής στα ευαγγέλια.

            Στο δεύτερο κεφάλαιο διερευνώνται τα ίχνη και οι πιθανές μαρτυρίες της περικοπής σε κείμενα των πρώτων αιώνων, όπως το πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, κείμενα του Ωριγένη, του Ευσέβιου Καισαρείας, του Παπία και το καθ’ Εβραίους Ευαγγέλιο.

            Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται και αναλύονται οι σαφείς μαρτυρίες του επεισοδίου της μοιχαλίδας σε κείμενα αρχαίων και νεότερων συγγρα­φέων, όπως η μαρτυρία στις Διαταγές των Αποστόλων, στο Μεγάλο Αθανά­σιο, το Δίδυμο τον Τυφλό, τον ιερό Χρυσόστομο, τα κείμενα των Βυζαντι­νών. Στην τρίτη ενότητα του κεφαλαίου επιχειρείται μια συγκριτική θεώρηση των μαρτυριών με την ευαγγελική διήγηση και μεταξύ τους.

            Στο τέταρτο κεφάλαιο εξετάζεται η περικοπή στη λειτουργική πράξη και μυστηριακή ζωή της εκκλησίας δηλ στις μνήμες αγίων και το μυστήριο της μετανοίας.

            Στο πρώτο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους γίνεται η ερμηνευτική προ­σέγγι­ση της περικοπής. Εξετάζεται η σχέση της περικοπής με τα τέσσερα ευαγγέλια.

            Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται τα κενά προβληματικά σημεία της περι­κο­πής καθώς και το σκηνικό και η ατμόσφαιρα του επεισοδίου.

            Στο τρίτο κεφάλαιο, τέλος, γίνεται αναφορά στις κυριότερες παραλ­λα­γές του κειμένου και τον υπομνηματισμό της περικοπής.

            Η μελέτη κλείνει με συμπεράσματα, περίληψη στα αγγλικά, πίνακα χωρίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, πίνακα συντομογραφιών και εκτενή για το θέμα βιβλιογραφία.

Μόσχος Γκουτζιούδης, Ιωβηλαίο έτος, Μελχισεδέκ και η προς Εβραίους επι­στο­λή. Συμβολή στη διαμόρφωση της χριστιανικής εκκλησιολογίας, Θεσσα­λονίκη: Εκδόσεις Πουρνάρα, 2006, σελ. 631.

            Η μελέτη επιχειρεί να ξεδιαλύνει το τοπίο γύρω από το μυστήριο που περι­βάλ­λει το θεσμό του ιωβηλαίου έτους και την προσωπικότητα του Μελ­χισεδέκ, να εξε­­τάσει την εξέλιξη του ρόλου τους για τη σωτηρία του λαού του Θεού και να εξη­γήσει τον όποιο συνδυασμό τους σε εξωβιβλικά αλλά και πιθανώς καινοδιαθηκικά κεί­μενα.

            Η μελέτη μετά την εισαγωγή χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο ασχο­λείται με το ιωβηλαίο έτος και το Μελχισεδέκ στην προχριστιανική εποχή και το δεύτερο με το ιω­βηλαίο έτος και το Μελχισεδέκ στη χριστιανική εποχή.

            Στην εισαγωγή ο συγγραφέας παρουσιάζει την καινοδιαθηκική θεώ­ρη­ση της σω­­τηρίας και τη γενικότερη προβληματική της αφέσεως των αμαρ­τιών στην Καινή Δια­­θήκη, το στόχο και τη διάταξη της εργασίας.

            Στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους ο συγγραφέας ασχολείται με το θε­σμό του ιωβηλαίου έτους όπως αυτός προκύπτει από τα κείμενα της Παλαιάς Δια­θήκης, π.χ. Έξοδος 23:10-11. 21:1-11 και Δευτερονόμιο 15:12-18 κ.α. Στο τέλος εξε­τά­ζονται παράλληλοι κοινωνικοί θεσμοί σε άλλους πολι­τι­σμούς.

            Στο δεύτερο κεφάλαιο επιχειρείται η συνολική παρουσίαση του Ιωβη­λαί­ου έτους δηλ. τα κοινωνικά/ οικονομικά, λατρευτικά και θεολογικά του στοι­χεία. Επι­πλέον εξετάζεται το σαββατικό και ιωβηλαίο έτος πριν και μετά τη βα­βυ­λώνια αιχμα­λωσία.

            Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στη μορφή του Μελχισεδέκ όπως αυτή πα­­ρου­σιάζεται στην Παλαιά Διαθήκη, την απόκρυφη γραμματεία, τα χει­­­ρό­γραφα του Κουμράν, το Φίλωνα και τον Ιώσηπο. Ο συγγραφέας κατα­λή­­­γει ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές παραδόσεις για το Μελχισεδέκ.

            Στο πρώτο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους και τέταρτο κεφάλαιο της ερ­γα­σίας εξετάζονται όλες οι έμμεσες αναφορές και νύξεις στο θεσμό του Ιω­βη­λαίου έτους στην Καινή Διαθήκη.

            Στο πέμπτο κεφάλαιο αναλύονται οι άμεσες αναφορές στο Μελχισεδέκ στην Καινή Διαθήκη, οι οποίες βρίσκονται στην προς Εβραίους επιστολή, κεφ. 5 και 7.

            Στο έκτο κεφάλαιο επιχειρείται, με βάση τα όσα προέκυψαν από τη με­λέ­­­­τη των καινοδιαθηκικών κειμένων, η αξιολόγηση των δεδομένων της προς Εβραίους. Στη συνέχεια παρουσιάζονται αναφορές, π.χ. στη Διαθήκη Λευί, σε λυτρωτικές προσωπι­κό­­τητες με ρόλο παρόμοιο με εκείνον του ουράνιου Μελχισεδέκ και οι μαρτυ­ρίες για τον ουράνιο Μελχισεδέκ και την άφεση των αμαρτιών σε μετα­γε­νέ­στε­ρα κείμενα. Στην τέταρτη ενότητα του κεφαλαίου γίνεται η σύνδεση του ιωβη­λαίου έτους με τον αναμενόμενο λυτρωτή και ο σωτηριο­λογικός ρόλος του Χριστού στην προς Εβραίους επιστολή και του Μελχισεδέκ στο 11QMelch. Το κεφάλαιο κλείνει με την παρουσίαση της συμβολής της προς Εβραίους στη διαμόρφωση της χριστιανικής σωτηριο­λο­γίας.

            Η εργασία κλείνει με συμπεράσματα, εκτενή βιβλιογραφία, ευρετήριο χωρίων, συγγραφέων, θεμάτων, ξενόγλωσσων όρων, πίνακα περιεχομένων  και περίληψη στ’ αγγλικά.

Γεώργιος Π. Πατρώνος, Ιστορία και Εσχατολογία στη Βασιλεία του Θεού, Εκδόσεις Δόμος, Αθήνα, 2002.

Η μελέτη του καθηγητή Γεωργίου Πατρώνου για τη Βασιλεία του Θεού, πρόσφατα αναθεωρημένη (2002) από τον ίδιο τον συγγραφέα, επικεντρώνεται σε τρεις βασικές κατευθύνσεις: Αρχικά, στην πορεία της έρευνας στο χώρο της Προτεσταντικής θεολογίας, έπειτα της Ρωμαιοκαθολικής θεολογίας και τέλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Θεολογίας. Συγκεκριμένα, μετά από τη στροφή στις αρχές του 20ου αιώνα του ενδιαφέροντος της θεολογικής έρευνας της Δύσης από την ψηλάφηση της ιστορικότητας των βιογραφικών στοιχείων της ζωής του Ιησού που εντοπίζονται στις διηγήσεις  της Κ.Δ. στο μήνυμα του περιεχομένου της, εγκαινιάστηκε η ενασχόληση της έρευνας με την έννοια και την πραγματικότητα της βασιλείας του Θεού που συνιστά και το σκοπό της εσχατολογικής πορείας του ανθρώπου. Η παρουσία της Ρωμαιοκαθολικής θεολογίας πάνω στο ζήτημα αυτό υπήρξε γενικά μετριοπαθής, χωρίς εξάρσεις και διαπνέεται από συντηρητικό πνεύμα, με κυριότερους εκπροσώπους τους J. Bonsirven, F.Gils, J. Schildenberger. Η προτεσταντική θεολογία σαφώς πιο προοδευτική, είναι αυτή που εξέφρασε τους βαθύτερους προβληματισμούς σχετικά με το ζήτημα, καθώς και αυτή που ήρθε αντιμέτωπη με τα πιο μεγάλα αδιέξοδα. Ειδικότερα, ο 18ος και 19ος αιώνας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια καθαρά αντιεσχατολογική εποχή στον τομέα της ερμηνείας. Δύο ήταν οι κυρίαρχες τάσεις στην αντίληψη περί Βασιλείας του Θεού. Η πρώτη ήταν αυτή που την έβλεπε ως «πραγματοποιηθείσα εσχατολογία» και η δεύτερη ως «μελλοντική» και «συνεπή» εσχατολογία. Κυριότεροι εκπρόσωποι και πρωτοπόροι συνάμα ήταν ο Weiss, ο Ritschl, oSchleiermacher. Ειδικά ο τελευταίος, έβλεπε την Βασιλεία του Θεού ως μία κοινωνική εσχατολογική οντότητα. Στις ημέρες μας κυριότερος εκπρόσωπος και συνεχιστής των παραπάνω θέσεων και τάσεων, και πιο ειδικά του έντονου αντιεσχατολογικού πνεύματος, είναι ο RudolfBultmann με σύνθημά του την «απομύθευση». Επιγραμματικά, ο καθηγητής Πατρώνος επιχειρεί μία σύντομη αναφορά στις σημερινές τάσεις, όπως στην «Θεολογία της Ελπίδας» που στηρίζεται στην Ανάσταση στην Κ. Διαθήκη

 Το μεγαλύτερο βάρος της έρευνας του συγγραφέα και αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη έκτασή της, αφιερώθηκε στην Ορθόδοξη αντίληψη περί Βασιλείας του Θεού και περί εσχάτων. Υπογραμμίζεται ότι η ορθόδοξη παρουσία στην έρευνα υπήρξε στο παρελθόν αμελητέα έως και ανύπαρκτη. Για το λόγο αυτό, η βαρύτητα έπεσε στην Πατερική Παράδοση που ασχολήθηκε με το υπό έρευνα ζήτημα εκτενώς. Οι Πατέρες της Εκκλησίας «είδαν» τη βασιλεία του Θεού μέσα από α) αγιοτριαδική, β) χριστοκεντρική και γ) εκκλησιολογική αντίληψη. Το πιο ουσιώδες είναι ότι όλοι συγκλίνουν στην τριαδολογική φύση της Βασιλείας του Θεού. Τα γνωρίσματα της αδιαίρετης Αγίας Τριάδος κληροδοτούνται και στη Βασιλεία του Θεού. Αντίπαλος της Βασιλείας (θέση) είναι οι πονηρές δυνάμεις του κακού ( άρνηση). Η Ιστορία της Βασιλείας χωρίζεται σε δύο περιόδους. Την ιστορική (αύξηση και τελείωση στο παρόν) και την τελείωση στους έσχατους χρόνους. Οι δύο περίοδοι βρίσκονται σε λειτουργική σχέση και παρόλο που η καινοδιαθηκική εσχατολογία είναι διπολική, ουδέποτε στην Ορθόδοξη Θεολογία εντοπίστηκε δυαλισμός και αντίθεση, αλλά αντίθετα το ιστορικό παρόν βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με το μέλλον, με το τέλος του χρόνου και του επίγειου κόσμου. Η βασιλεία του Θεού είναι το ύψιστο δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα: Η ανακαίνιση της ανθρωπότητας έχει ήδη ξεκινήσει όταν ο Εσταυρωμένος ως νέος Αδάμ εγκαινίασε ως πρωτότοκος τη νέα ανθρωπότητα, και θα ολοκληρωθεί στα έσχατα. Για να κατορθώσει ο πιστός να συναντήσει και να απολαύσει αυτό το ύψιστο δώρο πρέπει να βρίσκεται στο χώρο της Εκκλησίας, εκεί όπου η μετοχή στα ιερά μυστήρια προσφέρει πρόγευση και προκαταβολή των εσχάτων καθώς το Βάπτισμα είναι το εισαγωγικό και η Θ. Ευχαριστία το καταληκτικό μυστήριο, εκεί όπου η εκκλησιαστική τέχνη συνάδει με το δόγμα για τα έσχατα, εκεί όπου το Άγιο Πνεύμα προικίζει τα πάντα με την αγιαστική του δύναμη και δίνει φώτιση και γνώση. Εκεί όπου κάθε πτυχή της ύπαρξής της, ακόμη και ο μοναχισμός-αναχωρητισμός συνδέεται άρρηκτα με τα έσχατα λόγω της μυσταγωγικής του φύσης.

Search

new summaries

Adamtziloglou Evanthia - Woman in the Theology of Saint Paul A Hermeneutical Analysis of A Cor

Evanthia Adamtziloglou, Women in the Theology of Saint Paul. A Hermeneutical Analysis of A Cor. 11, 2-16 (Ph.D. Thesis), Academic Register of the Department of Theology, of the Theological School,...

Savvas Agouridis (ed), Orthodox Spirituality. Chistianity – Marxism

Savvas Agouridis (ed), Orthodox Spirituality. Chistianity – Marxism, Thessaloniki Theologians’ Seminar no. 2, Thessaloniki 1968, 244 pages. The 2nd volume of the “Thessaloniki Theologians’ Seminar” is divided in two parts....

Agouridis Savvas (ed), What is the Church

Agouridis Savvas (ed), What is the Church, Thessaloniki Theologians’ Seminar no. 3 (reprinted from the journal “Gregorios Palamas”, issue 606-607 of year 1968),  Thessaloniki 1968, 126 pages. The 3rd volume...

Anastasiou Ioannis (ed.) Tradition and Renewal in the Church

Anastasiou Ioannis (ed.) Tradition and Renewal in the Church, Thessaloniki Theologians’ Seminar, no. 6, “Gregorios Palamas” journal publication, Thessaloniki 1972, 206 pages. The 6th volume of “Thessaloniki Theologians’ Seminar” contains...

Charalambos Atmatzidis, Eschatology in the 2nd Epistle of Peter

Charalambos Atmatzidis, Eschatology in the 2nd Epistle of Peter, Pournaras Press, 2005, pages 349. The study of Charalambos Atmatzidis deals with the eschatological perceptions of Peter’s 2nd Epistle. From the...