~ Orthodox Theological Digital Library I.M.D. ~

The site is under upgrade.

Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες, Μτφ. Παναγιώτου Πάλλη, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1992, σσ. 419.

Στον τελευταίο τόμο της πατρολογικής του τετραλογίας ο καθηγητής π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ παρουσιάζει τους Βυζαντινούς ασκητικούς και πνευματικούς πατέρες. Η πολιτεία της Ερήμου και η πνευματική ζωή συνιστά ένα ευρύτατο κεφάλαιο της χριστιανικής θεολογίας, που τέτοιο δεν μπορεί να παραμείνει εκτός της γραμματολογικής και ιστορικοδογματικής εκτίμησης.

Το ασκητικό ιδεώδες βρίσκεται στο κέντρο της χριστιανικής σκέψης και αποτελεί βασικό στοιχείο της ήδη από την εποχή της Καινής Διαθήκης. Γι’ αυτό και ο π. Γεώργιος ξεκινά αυτή του την παρουσίαση από τις απαρχές του χριστιανισμού και την εμπειρία των πρωτοχριστιανικών κοινοτήτων. Η τελειότητα, η ελεημοσύνη, η προσευχή, η νηστεία, η αγνότητα, η πτωχία και η ταπείνωση, ιδιαίτερα όμως η αγάπη συνιστούν θεμελιώδεις διήκουσες της καινοδιαθηκικής σκέψης. Η ανεπάρκεια της κριτικής του A. NYGREN για την αγάπη ως «μεταξίωση όλων των αρχαίων αξιών» βρίσκεται, κατά τον Φλωρόφσκυ, στην αδυναμία της να κατανοήσει το νέο, το ρηξικέλευθο της χριστιανικής αγάπης στην εμπράγματη ανθρωπολογική της ανταπόκριση στο κάλεσμα του Θεού, που συνιστά την απαρχή της πνευματικής και της ασκητικής ζωής.

Στην εμπεριστατωμένη ιστορική και θεολογική ανάλυση του φαινομένου του μοναχισμού, που ακολουθεί, ο ορθόδοξος μελετητής παρακολουθεί την ανάπτυξη της χριστιανικής πνευματικότητας από τον Μέγα Αντώνιο και τον αναχωρητικό μοναχισμό, τους Καππαδόκες Βασίλειο και Γρηγόριο Νύσσης, τον Ψευδο –Μακάριο, τον Ευάγριο τον Ποντικό, τον Ισίδωρο Πηλουσιώτη και τον Διάδοχο Φωτικής, μέχρι και το αρεοπαγιτικό Corpus.

Η παρατήρηση και ο χαρακτηρισμός του Νύσσης Γρηγορίου ως του πλέον « πρωτότυπου στοχαστή που παρουσιάστηκε ποτέ στην ιστορία της Εκκλησίας» δεν απευθύνεται μόνο στην αδυναμία του Nygren να κατανοήσει τη χριστιανική πνευματικότητα του εκκλησιαστικού πατέρα, άλλα καταδεικνύει την προσφορά του Καππαδόκη ως παρακαταθήκη ανόδου στον μυστικό γνόφο της Θέωσης.

Η ανάπτυξη της χριστιανικής πνευματικότητας δεν αποτελεί μια άχρονη, εξιδανικευμένη και υπεριστορική έκπτυξη της ουράνιας πολιτείας. Συμπλέκεται αξεδιάλυτα με την ποικίλη ιστορική κακοήθεια και, πολλές φορές, επιχειρεί να μεταπλάσσει τις όποιες θετικές και αξιόλογες πτυχές της. Για τον π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ κάτι τέτοιο εκφράζει η περίπτωση τόσο των Πνευματικών ομιλιών του Μακαρίου, όσο και του αρεοπαγιτικού Corpus. Η όποια μεσσαλιανική και στωϊκή χροιά των πρώτων και η όποια νεοπλατωνική των τελευταίων ανατέμνεται με το νυστέρι της ορθόδοξης θεολογίας για να καταδείξει τις βαθειές ρίζες τους στην ενιαία παράδοση της χριστιανικής πνευματικότητας.

Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του Έκτου, Έβδομου και Ογδόου αιώνα, Μτφ Παναγιώτου Πάλλη, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1993, σσ. 474.

Στον τόμο αυτό, παρεμβαίνει αρχικά ένα πρώτο κεφάλαιο αφιερωμένο στην ανάπτυξη της υμνογραφίας στη Χριστιανική Λειτουργία, καθώς και η παρουσίαση κάποιων αντιρρητικών συγγραφέων και κάποιων αναφορών στον σχηματισμό και τη λειτουργία των Ανθολογιών των πατερικών γνωμών ή κειμένων.

Σ’ αυτό το ευχάριστο, δογματικό διάλλειμα, ο αναγνώστης μυείται, άλλα και προβληματίζεται αναφορικά με τον τρόπο και το σκεπτικό εισαγωγής της υμνολογίας στη χριστιανική λατρεία. Παρακολουθεί, σε κομβικά σημεία, την πορεία της εξέλιξής τους, καθώς και τη συμβολή εξαίσιων ποιητών και υμνογράφων, κυρίως όμως θεολόγων, όπως ο άγιος Ρωμανός ο μελωδός και ο άγιος Ανδρέας Κρήτης.

Στη συνέχεια επανέρχεται στη δογματική συζήτηση με τη θεολογική επεξεργασία του «πνεύματος» όπως λέει χαρακτηριστικά της μονοφυσιτικής χριστολογίας. Αξιοσημείωτη είναι η παρατήρηση του π. Γεωργίου για την «απουσία ενός αισθήματος ανθρώπινης ελευθερίας στη μονοφυσιτική θεολογία», στη δυσκολία των μονοφυσιτών να καθορίσουν τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά στη σύνθεση του Θεανθρώπου. Έτσι, καθιστούσαν το «ανθρώπινο» στο Χριστό παθητικό αντικείμενο της θεϊκής επιρροής. Αξιόλογος είναι, ακόμη, ο παραλληλισμός μεταξύ μονοφυσιτισμού και αυγουστινιανισμού, στη βάση της εξώθησης του ανθρωπίνου στοιχείου στην αφάνεια και της καταστολής του από το Θεό.

Ακολουθεί μια εκτενής, παρ’ ότι επιγράφεται ως σύντομη, αναφορά στην ιστορία του μονοφυσιτισμού. Παρελαύνουν γεγονότα, πρόσωπα και θεολογικές θέσεις, αυτοκρατορικές αποφάσεις και μοναχικά κινήματα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εκκλησιαστικοπολιτικές κινήσεις του Ιουστινιανού, άλλά και οι θεολογικές του απόψεις. Επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνδεση της μονοφυσιτικής έριδας με μιά κάποια αναγέννηση του ωριγενισμού στα πρόσωπα μοναχών της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου. Αποφασιστικό ρόλο στη συζήτηση έπαιξε η βαθειά θεολογική παρέμβαση του Λεοντίου του Βυζαντίου καθορίζοντας και ξεκαθαρίζοντας τους όρους: Υπόσταση, πρόσωπο και ιδιαιτέρως: Ενυπόστατον.

Η μετεξέλιξη του μονοφυσιτισμού σε μονοθελητισμό μονοενεργητισμό ήταν μια, ενδεχομένως, φυσιολογική εξέλιξη της αιρετικής σκέψης στο ίδιο πνεύμα κατανόησης μιας δοκητικής, παθητικής και τελικά ανερμήνευτης ανθρωπότητας στο Χριστό. Ήταν ο αργοπορημένος επίλογος της μονοφυσιτικής κίνησης. Η θεολογική παρουσία και προσφορά του Μαξίμου του Ομολογητή κρίνει την εξέλιξη των πραγμάτων, άλλα και καταθέτει την ευρύτερη και συνεκτικώτερη θεολογική σύνθεση στην ιστορία της χριστιανικής σκέψης.

Το βιβλίο τελειώνει με την παρουσίαση και τη θεολογική προσφορά του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού και της έβδομης Οικουμενικής Συνόδου. Ο ώριμος χαρακτήρας της θεολογικής σκέψης του Δαμασκηνού φανερώνει την ωριμότητα της Χριστιανικής Θεολογίας στις μέρες του, άλλα και τον ακατάβλητο πειρασμό του ανθρώπου για ζητήματα και αντιπαραθέσεις. Το πρόβλημα της Εικονομαχίας συνιστά χαρακτηριστικό παράδειγμα των ανωτέρω, και η έβδομη Οικουμενική Σύνοδος συμβολική πράξη κατακλείδας στη διαλεκτική των θεολογικών ιδεών στον αρχαίο κόσμο.

Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα, Μτφ Παναγιώτου Κ. Πάλλη, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1992, σσ. 620.

Το βιβλίο αυτό συνιστά το δεύτερο μέρος μιάς τετραλογίας που ξεκινά από τους Πατέρες του 4ου αιώνα, για να καταλήξει, στο τέταρτο μέρος, στους Πατέρες του ογδόου. Μεστή πατρολογική μελέτη με έντονα θεολογικό χαρακτήρα, αν και δεν απουσιάζουν διόλου οι ιστορικές και γραμματολογικές αναφορές. Άλλωστε, σύνολο το εγχείρημα αυτής της τετραλογίας αφορμάται από την πεποίθηση του συγγραφέα ότι οι πατερικές σπουδές δεν πρέπει να εξαντλούνται απλά σε μια γραμματολογική και ιστορική παρουσίαση των προσώπων και των έργων των Πατέρων, αλλά να εξακτινώνονται μέχρι την «διαλεκτική» των ιδεών τους, την ανάπτυξη της προβληματικής τους, τόσο για την αντιμετώπιση των αιρετικών προκλήσεων, όσο και για την θεολογική οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας.

Στις ημέρες του π. Γεωργίου τόσο η ανάπτυξη της πατερικής θεολογίας με τις κριτικές μονογραφίες που άρχισαν να βλέπουν το φώς της δημοσιότητας, όσο και η αρτιγέννητη, στον 20ο αιώνα, συγγενής επιστήμη της ιστορίας των δογμάτων, ώθησαν προς την κατεύθυνση αυτή. Έτσι, κυρίαρχη ,αν και όχι πρωτότυπη, μέριμνα του π. Φλωρόφσκυ ήταν να κατασταθεί η Πατρολογία κάτι περισσότερο από ένα είδος ιστορίας της γραμματείας. Να κατασταθεί μια γόνιμη και δημιουργική αποτύπωση της διαλεκτικής των θεολογικών ιδεών και των ζυμώσεων, που γνώρισε ο χριστιανισμός στην ιστορική του πορεία και να οικοδομηθούν τα πλαίσια της θεολογίας, ως ζωντανής μαρτυρίας της χριστιανικής αλήθειας.

Το βιβλίο ξεκινά με την παρουσίαση της καινοδιαθηκικής κληρονομιάς, μιάς βαθύτατης κατά τον συγγραφέα συμπαραδήλωσης της υπαρξιακής αγωνίας του πρώιμου Χριστιανισμού για το Πρόσωπο του «Υιού του ανθρώπου» και τη σχέση του με τον Πατέρα. Προχωρά στην κατοπινή βίωση της παραπάνω αλήθειας, όπως αυτή εκφράστηκε στα έργα των πρώτων χριστιανών συγγραφέων. Σταματά σε κομβικά σημεία επεξεργασίας του Χριστιανικού Δόγματος όπως: Τον Μοναρχιανισμό, τους Τερτυλλιανό και Ιππόλυτο, τον Ωριγένη, για να φτάσει στη Νίκαια και από εκεί στην Έφεσο.

 Με εξοπλισμό τις παραπάνω αναλύσεις του, ο συγγραφέας επεξεργάζεται τα κύρια πρόσωπα και τις ιδέες τους που σημάδεψαν την Χριστολογική προβληματική του 5ου αιώνα.

Πραγματεύεται την θεολογική παρουσία του Θεοδώρου Μομψουεστίας με μία αναλυτική παρουσίαση των έργων του, τη σχέση του θεολόγου αυτού με τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, αλλά και την αντίληψη της «αντιοχειανής χριστολογίας» που πηγάζει από τα έργα του. Παραθέτει την κυρίαρχη θεολογική τάση του Νεστορίου, άλλα και τη θεολογία του Αλεξανδρείας Κυρίλλου ως την αντίπαλη θεολογική τάση.

Η μετεξέλιξη των χριστολογικών ιδεών από τον Νεστόριο στον Ευτυχή, δίδει την ευκαιρία στην ανάπτυξη και τη σύνθεση της Χαλκηδόνιας Χριστολογίας. Ο ρόλος του Θεοδωρήτου Κύρου και του «τόμου» του πάπα Λέοντος εκφράζουν το διαλεκτικό θεολογικό υπόστρωμα που η σύνοδος της Χαληδόνας ώφειλε να ξεκαθαρίσει.

Τη διαδρομή αυτή της χριστολογικής προβληματικής ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ διανύει με εξοπλισμό τη βαθύτατη ιστορικοδογματική γνώση και την απλή άλλα και πλέρια μεθοδική της παρουσίαση, Οι αρετές του αυτές καθιστούν τον τόμο γοητευτικό και εύκολα προσπελάσιμο.

Νικολάι Μπερντιάεφ, μτφρ. Ε. Δ. Νιάνιος, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, χ. χρ., σσ. 269.

Στην εισαγωγή του βιβλίου, με τίτλο «Η θρησκευτική ιδέα του ρωσικού κράτους», ο Μπερντιάεφ ισχυρίζεται πως ο ρωσικός κομμουνισμός έχει εθνικές ρίζες και εξ αυτού του γεγονότος δεν αρκεί για την κατανόησή του μόνο η γνώση του μαρξισμού. Η ρωσική ψυχή είναι διαμορφωμένη και σφραγισμένη από την ορθόδοξη Εκκλησία. Περιγράφει συνοπτικά την ανάπτυξη της αντιλήψεως για την Μόσχα ως Τρίτη Ρώμη, το εκκλησιαστικό σχίσμα των Παλαιοπίστων στα μέσα του 17ου αι., τη μεταρρύθμιση του Μεγάλου Πέτρου και την διάσπαση των δεσμών κρατικής διοίκησης-ιντελιγκέντσιας και λαού.

            Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζεται ο χαρακτήρας της ρωσικής ιντελιγκέντσιας, οι επιδράσεις από τον γερμανικό ρομαντισμό και ιδεαλισμό, το πρόβλημα του ανήκειν στην Ανατολή ή στην Δύση και οι Σλαβόφιλοι. Στη συνέχεια, στο δεύτερο κεφάλαιο, προσεγγίζεται ο ρωσικός μηδενισμός και σοσιαλισμός και προσωπικότητες όπως ο Μπιελίνσκι, ο Ντομπρολιούμπωφ, ο Τσερνιτσέφσκι και ο Πισάρεφ. Το τρίτο κεφάλαιο αφιερώνεται στον ρωσικό λαϊκισμό και αναρχισμό και στις ιδέες των Νετσάεφ, Ντζερζίνσκι, Μπακούνιν, Λαβρώφ, Μιχαηλόφσκι, Τκάτσεφ, Πλεχάνωφ και Γελιάμπωφ. Αντικείμενο του τετάρτου κεφαλαίου αποτελεί η ρωσική λογοτεχνία του 19ου αι., της οποίας καταδεικνύεται ο προφητικός χαρακτήρας στο έργο των Πούσκιν, Κομιακώφ, Γκογκόλ, Μπλοκ, Ντοστογιέφσκι, Τολστόη, Λεόντιεφ, Σολόβιεφ και Φεντόρωφ.

            Στο πέμπτο κεφάλαιο τυγχάνουν διαπραγμάτευσης οι ιδιόμορφες σχέσεις του ρωσικού μαρξισμού με τον κλασικό μαρξισμό, καθώς και τα ποικίλα ρεύματα που διαμορφώθηκαν εντός του ρωσικού μαρξισμού. Ακολουθεί, στο έκτο κεφάλαιο, μια διεισδυτική και κριτική προσέγγιση στον ρωσικό κομμουνισμό και την Οκτωβριανή Επανάσταση, ιδιαίτερα στην προσωπικότητα και το έργο του Λένιν.

            Το καταληκτήριο κεφάλαιο του βιβλίου τιτλοφορείται «Κομμουνισμός και Χριστιανισμός». Εδώ ο Μπερντιάεφ ισχυρίζεται πως ο κομμουνισμός αντιτίθεται σε κάθε θρησκεία, καθώς ο ίδιος αντιπροσωπεύει μια θρησκεία. Εξετάζει κριτικά τις αντιθρησκευτικές αντιλήψεις από τον Μαρξ ως τον Λένιν και τις αιτίες των θρησκευτικών διώξεων του Σοβιετικού καθεστώτος. Κατηγορεί τα ιστορικά λάθη της Εκκλησίας ως αιτίες της επιτυχίας του κομμουνισμού, στον οποίο διαπιστώνει ιουδαιοχριστιανικές ρίζες όσον αφορά στο κήρυγμά του για κοινωνική δικαιοσύνη. Ο Χριστιανισμός κατά τον Μπερντιάεφ αντιτάσσεται τόσο στον αστικό καπιταλισμό όσο και στον άθεο κομμουνισμό, αλλά οφείλει να μην χάνει την κοινωνική διάστασή του. Διακηρύττει πως ο αγώνας για το ψωμί των άλλων (κοινωνική δικαιοσύνη) είναι πνευματικό και θρησκευτικό πρόβλημα.

Search

new summaries

Adamtziloglou Evanthia - Woman in the Theology of Saint Paul A Hermeneutical Analysis of A Cor

Evanthia Adamtziloglou, Women in the Theology of Saint Paul. A Hermeneutical Analysis of A Cor. 11, 2-16 (Ph.D. Thesis), Academic Register of the Department of Theology, of the Theological School,...

Savvas Agouridis (ed), Orthodox Spirituality. Chistianity – Marxism

Savvas Agouridis (ed), Orthodox Spirituality. Chistianity – Marxism, Thessaloniki Theologians’ Seminar no. 2, Thessaloniki 1968, 244 pages. The 2nd volume of the “Thessaloniki Theologians’ Seminar” is divided in two parts....

Agouridis Savvas (ed), What is the Church

Agouridis Savvas (ed), What is the Church, Thessaloniki Theologians’ Seminar no. 3 (reprinted from the journal “Gregorios Palamas”, issue 606-607 of year 1968),  Thessaloniki 1968, 126 pages. The 3rd volume...

Anastasiou Ioannis (ed.) Tradition and Renewal in the Church

Anastasiou Ioannis (ed.) Tradition and Renewal in the Church, Thessaloniki Theologians’ Seminar, no. 6, “Gregorios Palamas” journal publication, Thessaloniki 1972, 206 pages. The 6th volume of “Thessaloniki Theologians’ Seminar” contains...

Charalambos Atmatzidis, Eschatology in the 2nd Epistle of Peter

Charalambos Atmatzidis, Eschatology in the 2nd Epistle of Peter, Pournaras Press, 2005, pages 349. The study of Charalambos Atmatzidis deals with the eschatological perceptions of Peter’s 2nd Epistle. From the...