~ Orthodox Theological Digital Library I.M.D. ~

The site is under upgrade.

Jean, σειρά «Ορθόδοξη Μαρτυρία» αρ. 12, εκδόσεις Ακρίτας, Αθήνα 1989, 224 σσ.

            Ο J. Meyendorff εξετάζει την παράδοση της «καθαρής προσευχής» στη χριστιανική Ανατολή. Με τη παρούσα μελέτη αποδεικνύεται, όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας στα συμπεράσματά του, ότι η παράδοση αυτή έχει μια καταπληκτική διάρκεια από τον Δ΄ ως τον Κ΄ αιώνα. Στο συμπέρασμα αυτό ο Meyendorff κατέληξε αφού πρώτα παρουσίασε συνολικά την ιστορία της διαμόρφωσης αυτής της παράδοσης.

            Στο πρώτο μέρος της μελέτης ο συγγραφέας παρουσιάζει εκτενώς την ευρύτερη πνευματική παράδοση των μοναχών της Ανατολής. Αρχικά εξετάζει τη συγκρότηση του φαινομένου του μοναχισμού που δημιουργήθηκε ως αντίβαρο στην εκκοσμικευμένη Εκκλησία του Δ΄ αι., ενώ στη συνέχεια περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο επηρέασαν το μοναχισμό και τη «μονολογική» προσευχή ο Ευάγριος Ποντικός και ο Μακάριος ο Αιγύπτιος. Ακολούθως, σημειώνεται η συμβολή του Διαδόχου Φωτικής και του Ιωάννου του Κλίμακος και η σημασία που αυτοί απέδωσαν στην επίκληση του ονόματος του Ιησού στην «αδιάλειπτη προσευχή» συνδέοντάς την με την άσκηση της αναπνοής.

            Στη συνέχεια παρουσιάζεται η συμβολή του Γρηγορίου Νύσσης και του Μάξιμου του Ομολογητή στην ανάπτυξη της διδασκαλίας της θέωσης, δηλαδή της διδασκαλίας για την ένωση του ανθρώπου με το Θεό, με μια νεοπλατωνική γλώσσα και με την ενοποίηση θεολογίας και προσευχής στη πράξη ως μια θεωρητική ζωή προσιτή για κάθε χριστιανό. Ακολουθεί η παρουσίαση του Συμεών του Νέου Θεολόγου που έθεσε το πρόβλημα για την ακριβή φύση της ένωσης του ανθρώπου με το Θεό και αμέσως μετά αναλύεται ο βυζαντινός ησυχασμός του ΙΓ΄ και ΙΔ΄ αι. με αναφορά στο πρόσωπο και το έργο του Νικηφόρου του Ησυχαστή και του Γρηγορίου του Σιναΐτη.

            Το δεύτερο μέρος της μελέτης αναφέρεται στον Γρηγόριο τον Παλαμά. Ο συγγραφέας, αφού πρώτα εξιστορίσει τα νεανικά χρόνια του Γρηγορίου, προχωρεί σε μια σύντομη περιγραφή της σύγκρουσής του με τον Βαρλαάμ και τον Ακίνδυνο. Ακολουθεί μια σύντομη και περιεκτική περιγραφή της θεολογίας του Ησυχασμού, έτσι όπως αυτή εκφράστηκε και διατυπώθηκε από τον Γρηγόριο Παλαμά.

            Στη συνέχεια παρατίθενται και αναλύονται περιεκτικά τα βασικά στοιχεία της θεολογικής σκέψης του Παλαμά για τη διάκριση ανάμεσα στην ουσία και τις ενέργειες του Θεού.

            Το τρίτο και τελευταίο μέρος αναφέρεται στην πορεία του ησυχασμού από τον Παλαμά μέχρι σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό αναλύονται κυρίως οι θεολογικές θέσεις του Νικόλαου Καβάσιλα και περιγράφεται η φιλοκαλική αναγέννηση που εγκαινιάστηκε με τον Νικόδημο τον αγιορείτη και τον Μακάριο Κορίνθου στα τέλη του ΙΗ΄ αι. Τέλος, η μελέτη κλείνει με τη σύντομη περιγραφή της ησυχαστικής παράδοσης στη Ρωσία διαχρονικά, κάνοντας αναφορά στους κυριότερους εκφραστές της από τον ΙΒ΄ έως και τις αρχές του Κ΄ αι.

Nikolai Berdiajew, μτφρ. Πρόδρομου Π. Αντωνιάδη, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1987, σσ. 168.

Το παρόν βιβλίο του ρώσου θρησκευτικού φιλοσόφου αποτελεί το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας του πάνω στη φιλοσοφία της ιστορίας. Τα άλλα δύο βιβλία της τριλογίας είναι Το νόημα της Ιστορίας και Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο. Στην προσέγγισή του κυριαρχεί το αποκαλυπτικό στοιχείο και ο θρησκευτικός στοχασμός. Διαπιστώνει πως ύστερα από τις εμπειρίες της ιστορίας των νέων Χρόνων δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στον αρχαίο Μεσαίωνα, αλλά είναι δυνατός ένας Νέος Μεσαίωνας.

            Στα χαρακτηριστικά της εποχής που περιγράφει συγκαταλέγεται και ο απανθρωπισμός, ο οποίος συνοδεύει την αθεΐα. Η επένδυση απελευθερωτικών ελπίδων στον καπιταλισμό, τον εθνικισμό, αλλά και στον κομμουνισμό και τον φασισμό, οδηγεί αντίθετα στην υποδούλωση και την ανελευθερία του ανθρώπου. Από την εξουσία της Εκκλησίας ο κόσμος πέρασε στην εξουσία του χρηματιστηρίου και της οικονομίας. Καταλήγει στο πρώτο δοκίμιο του βιβλίου του με το μότο: «δεν επιζητώ την ανεξαρτησία από τη θρησκεία, αλλά ελευθερία μέσα στη θρησκεία».

            Χωρίς να ωραιοποιεί το παλαιό καθεστώς, στο δεύτερο δοκίμιο του βιβλίου που αναφέρεται στην Ρωσική Επανάσταση, ισχυρίζεται πως ο μπολσεβικισμός είναι η ορθολογικότερη παραφροσύνη, η μανία να μπορέσει να ρυθμίσει τη ζωή σε όλα, αντιδραστικό φαινόμενο. Αναλύοντας τις ιδιαίτερες θρησκευτικές και πολιτισμικές αιτίες που οδήγησαν στην μπολσεβικική επανάσταση στη Ρωσία, θεωρεί εντούτοις ότι ίσως οδηγήσει σε αναγέννηση της θρησκευτικής της ζωής, καθώς ο χριστιανισμός είναι η θρησκεία της εσταυρωμένης αλήθειας. Προφητεύει την εξάντληση και την αυτοκαταστροφή της επανάστασης.

            Το τρίτο και τελευταίο δοκίμιο του βιβλίου έχει τίτλο«Δημοκρατία, Σοσιαλισμός, Θεοκρατία». Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η δημοκρατία είναι σχετικιστική, δεν γνωρίζει την αλήθεια, γνωρίζει μόνο την πλειοψηφία, δεν έχει πνευματικό βάθος και γι’ αυτήν η ανθρώπινη προσωπικότητα είναι απλώς ένα αφηρημένο άτομο. Στον σοσιαλισμό αντίθετα έχουμε την απόλυτη επιστημονική αλήθεια η οποία υποτάσσει ανελεύθερα το άτομο στην συλλογικότητα. Ο σοσιαλισμός είναι μια πίστη, έχει μεσσιανικό χαρακτήρα και επιδιώκει ολοκληρωτική εξουσία επί του ανθρώπου, εξουσία επί του σώματος αλλά και επί της ψυχής. Ο Berdiajew προκρίνει την Θεοκρατία, πλην όμως όχι την παραδοσιακή μεσαιωνική τέτοια. Χαρακτηρίζει εαυτόν χριστιανό σοσιαλιστή και στην αληθινή του θεοκρατία, την Βασιλεία του Θεού, η θεονομία συμβαδίζει με την ελευθερία και την αυτονομία.

π. Ιωάννης Μέγιεντορφ, Ο Ορθόδοξος Γάμος,Αθήνα: Εκδόσεις Ακρίτας, 2004, σελ. 255.

Το βιβλίο του π. Μέγιεντορφ αποτελεί αντίδοτο στο κοσμικό ήθος που χαρακτηρίζει το μυστήριο του γάμου τα τελευταία χρόνια και το οποίο αφορά ακόμη και στην προετοιμασία, λήψη της άδειας από τις εκκλησιαστικές αρχές, τέλεση και μεταγαμιαία βιοτή. Ο π. Μέγιεντορφ επανασυνδέει θεολογικά το μυστήριο του γάμου με τη Θεία Ευχαριστία και υπογραμμίζει ότι: «αυτή είναι η αληθινή σφραγίδα» εγκυρότητας του και αυτή τον διαφοροποιεί από κάθε άλλον που λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της δυτικής χριστιανοσύνης.

            Μετά τη σύντομη εισαγωγή, στην οποία ο συγγραφέας δικαιολογεί την  επιβεβλημένη αναγκαιότητα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της οικουμένης και του διαλόγου, μιας αποτίμησης και κατάθεσης των θέσεων της ορθόδοξης θεολογίας, περνά στην ανάλυση των παλαιοδιαθηκικών και καινοδιαθηκικών απόψεων για το γάμο. Καταλήγει ότι ο Χριστός καλεί το χριστιανό να αποκτήσει –ήδη από αυτόν τον κόσμο- την εμπειρία της καινής ζωής. Να γίνει πολίτης των ουρανών. Και αυτό μπορεί να το κατορθώσει με τη γαμική συνύπαρξη. Στη νέα εν Χριστώ πραγματικότητα ο γάμος γίνεται «μια μοναδική ένωση δύο υπάρξεων, δύο προσωπικοτήτων που αγαπιούνται και γι’ αυτό το λόγο μπορούν να υπερβούν τη φύση τους και έτσι να ενωθούν μεταξύ τους αλλά και με τον Χριστό» (σελ.36).

            Στη συνέχεια ο π. Μέγιεντορφ εξετάζει το γάμο κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και το ρωμαϊκό δίκαιο. Κατά τους πρώτους αιώνες της ζωής της-στην περίοδο των διωγμών αλλά και κατά τη διάρκεια της συνεργασία της  με τη ρωμαϊκή κρατική εξουσία- η Εκκλησία αποδεχόταν το Ρωμαϊκό Δίκαιο που ρύθμιζε ζητήματα σχετικά με τη νομιμότητα του γάμου. Στην τρίτη ενότητα ο συγγραφέας εξετάζει το γάμο ως μυστήριο, σχολιάζοντας ουσιαστικά το Εφ. 5,32 «εδώ κρύβεται ένα μεγάλο μυστήριο, που σας διαβεβαιώνω ότι αναφέρεται στη σχέση του Χριστού και της Εκκλησίας». Στην επόμενη ενότητα, επιχειρείται η ιστορική και θεολογική σύνδεση του γάμου με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Από τον Τερτυλιανό, το 2ο μ.Χ. αιώνα, έχουμε μαρτυρία που δηλώνει ότι κάθε ζευγάρι χριστιανών που επιθυμούσε να παντρευτεί, υφίστατο όλες τις τυπικές διατυπώσεις της εγγραφής του γάμου του στο ληξιαρχείο και κατόπιν με την κοινή μετοχή του στη Θεία Ευχαριστία, ενώπιον της σύναξης της κοινότητας, ελάμβαναν την ευλογία του επισκόπου.

            Στην πέμπτη ενότητα ο π. Μέγιεντορφ εξετάζει το γάμο ως ανεξάρτητη ιεροτελεστία. Μέχρι τον ένατο αιώνα η Εκκλησία ούτε γνωρίζει ούτε χρησιμοποιεί ξεχωριστή ακολουθία για το γάμο, ο οποίος δε μπορεί να νοηθεί χωρισμένος από την Ευχαριστιακή Λειτουργία. Βέβαια από τον 4ο αιώνα υπάρχουν αναφορές οι οποίες δηλώνουν την ύπαρξη μιας επίσημης ακολουθίας του μυστηρίου, μια τελετή στέψης, όχι όμως ανεξάρτητη από τη Θεία Ευχαριστία. Η οριστική απομάκρυνση από τη Θεία ευχαριστία πραγματοποιείται από την κρατική εξουσία στην αρχή του δεκάτου αιώνα.           Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στη σύγχρονή ακολουθία του αρραβώνα και την ακολουθία του γάμου. Αναλύει τη δική του λειτουργική πρόταση που αφορά το ερώτημα κατά πόσο η αυθεντική σύνδεση μεταξύ Ευχαριστίας και γάμου θα μπορούσε να αποκατασταθεί στη σύγχρονη πρακτική της Εκκλησίας. Στις επόμενες ενότητες παρουσιάζονται προβλήματα και φαινόμενα που συνδέονται με το γάμο, όπως οι διαδοχικοί γάμοι, οι προϋποθέσεις για το γάμο, οι μεικτοί γάμοι, το διαζύγιο, η οικογένεια και ο οικογενειακός προγραμματισμός, η έκτρωση, η έγγαμη ιεροσύνη και τέλος ο γάμος, η αγαμία και η μοναστική ζωή. Το βιβλίο κλείνει με συμπεράσματα και με ένα πολύ σημαντικό παράρτημα το οποίο αφορά αγιογραφικές, πατερικές, κανονικές και λειτουργικές αναφορές που συνδέονται με το μυστήριο του γάμου.    

Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Οι Ανατολικοί Πατέρες του Τετάρτου Αιώνα, Μτφ Παναγιώτου Πάλλη, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 2006, σσ. 445.

Η περίοδος του τετάρτου αιώνα, αναμφίβολα, σηματοδοτεί μια νέα εποχή τόσο για τη ζωή της Εκκλησίας, όσο και για την ανάπτυξη της Θεολογίας της. Ο καίσαρας βαπτίστηκε και στο πρόσωπό του η αυτοκρατορία δέχθηκε το χριστιανισμό. Η περίοδος των αιματηρών διωγμών έληξε και νέος αέρας ανάπτυξης και προόδου φύσηξε στην Εκκλησία, παράλληλα προς τους τυφώνες της κοσμικής μερίμνης, που άρχισαν να την απειλούν με το ενδεχόμενο της πρώιμης εκκοσμίκευσης. Η είσοδος ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού πιστών, με την ταχύτητα που επιφέρει ο ενθουσιασμός, καθώς και οι αναπόφευκτες οσμώσεις με τον ελληνικό κόσμο και την κουλτούρα του ήταν η κινητήριος δύναμη τόσο των αιρετικών παραχαράξεων, όσο και της ανάπτυξης της χριστιανικής θεολογίας.

Τις δογματικές αυτές τάσεις ανιχνεύει ο καθηγητής Φλωρόφσκυ στο πρώτο μέρος της πατρολογικής του τετραλογίας, το αφιερωμένο στους ανατολικούς πατέρες του τετάρτου αιώνα. Ήδη η αλεξανδρινή σχολή και οι μοναρχιανικές τάσεις κυοφορούσαν το μεγάλο δογματικό πρόβλημα. Το ωριγενικό subordinatio και η διδασκαλία του Λουκιανού εξόπλισαν την αρειανική σκέψη, η οποία γνώρισε ταχύτατη και ευρύτατη διάδοση. Η αντιμετώπιση του αρειανισμού στάθηκε το κύριο μέλημα της θεολογίας του τετάρτου αιώνα.

Τα πρόσωπα που εξέφρασαν τη θεολογία αυτή,- από τα επιφανέστερα και επιβλητικότερα της χριστιανικής Εκκλησίας και της θεολογίας της καθώς και η θεολογική τους συνεισφορά- παρουσιάζονται από τον πατέρα Γεώργιο. Έτσι, ο Μέγας Αθανάσιος, ο Κύριλλος Ιεροσολύμων, ο Μέγας Βασίλειος, οι δύο Γρηγόριοι( ο Θεολόγος και ο Νύσσης), ο Δίδυμος ο Τυφλός, ο Αμφιλόχιος Ικονίου, ο Επιφάνιος Κύπρου, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος κ.α., συνιστούν τα κύρια κεφάλαια της εργασίας αυτής.

Ο τονισμός της ομοουσιότητας μεταξύ Πατρός και Υιού, το αδύνατο της διερεύνησης του Θεού με διανοητικές έννοιες, ο αποφατισμός της ουσίας Του, η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο και η διδασκαλία για την ύπαρξη του ανθρώπου ως «μεθορίου», η εισαγωγή της διάκρισης ουσίας και ενεργειών στο Θεό, η πληρότητα και η ακεραιότητα της ανθρώπινης φύσης του Χριστού στα πλαίσια της αντιαπολλιναριστικής διδασκαλίας, είναι μόνον κάποια από τα κορυφαία ζητήματα που διαπραγματεύτηκαν οι πατέρες του τετάρτου αιώνα και που στιγμάτισαν ανεξίτηλα τη φυσιογνωμία της χριστιανικής θεολογίας. Όμως, το σημείο εκείνο στο οποίο η συνεισφορά τους κρίνεται ανυπέρβλητη όχι μόνον για την ιστορία της χριστιανικής σκέψης, άλλα και για την ιστορία της φιλοσοφίας και των ιδεών, είναι η διάκριση ουσίας και υποστάσεως στον Θεό. Η αριστοτελική της αφόρμηση συνιστά μόνον τον εννοιολογικό εξοπλισμό, μίας προτύπωσης, εμπνευσμένης και δημιουργικής διδασκαλίας, η οποία εξέφρασε, εν Αγίω Πνεύματι, την πεμπτουσία της χριστιανικής πίστης και αντιμετώπισε αποτελεσματικά την αίρεση.

 Ακόμη όμως, στις σελίδες του βιβλίου αυτού ο αναγνώστης δοκιμάζει την έκπληξη που του προσφέρει ο συγγραφέας να πραγματεύεται, με τρόπο γλαφυρό και εύληπτο, κολοσσιαία ζητήματα της χριστιανικής σκέψης ενίοτε σε αντίστιξη και διάσταση προς την αρχαιοελληνική φιλοσοφία. Ο π. Φλωρόφσκυ κατόρθωσε με το βιβλίο του αυτό, καθώς και με σύνολη την πατρολογική του τετραλογία, να μεταδώσει υψηλή δογματική θεολογία έξω από τα στενά ακαδημαϊκά πλαίσια. 

Search

new summaries

Adamtziloglou Evanthia - Woman in the Theology of Saint Paul A Hermeneutical Analysis of A Cor

Evanthia Adamtziloglou, Women in the Theology of Saint Paul. A Hermeneutical Analysis of A Cor. 11, 2-16 (Ph.D. Thesis), Academic Register of the Department of Theology, of the Theological School,...

Savvas Agouridis (ed), Orthodox Spirituality. Chistianity – Marxism

Savvas Agouridis (ed), Orthodox Spirituality. Chistianity – Marxism, Thessaloniki Theologians’ Seminar no. 2, Thessaloniki 1968, 244 pages. The 2nd volume of the “Thessaloniki Theologians’ Seminar” is divided in two parts....

Agouridis Savvas (ed), What is the Church

Agouridis Savvas (ed), What is the Church, Thessaloniki Theologians’ Seminar no. 3 (reprinted from the journal “Gregorios Palamas”, issue 606-607 of year 1968),  Thessaloniki 1968, 126 pages. The 3rd volume...

Anastasiou Ioannis (ed.) Tradition and Renewal in the Church

Anastasiou Ioannis (ed.) Tradition and Renewal in the Church, Thessaloniki Theologians’ Seminar, no. 6, “Gregorios Palamas” journal publication, Thessaloniki 1972, 206 pages. The 6th volume of “Thessaloniki Theologians’ Seminar” contains...

Charalambos Atmatzidis, Eschatology in the 2nd Epistle of Peter

Charalambos Atmatzidis, Eschatology in the 2nd Epistle of Peter, Pournaras Press, 2005, pages 349. The study of Charalambos Atmatzidis deals with the eschatological perceptions of Peter’s 2nd Epistle. From the...